Νέα Ραιδεστός – μονώροφη μονοκατοικία, με παράσπιτο και εργαστήριο κεραμικής
Νοέμβριος 2007
Νέα Ραιδεστός – μονώροφη μονοκατοικία, με παράσπιτο και εργαστήριο κεραμικής. |
θέση: Νέα Ραιδεστός Θεσσαλονίκης |
συνολικό εμβαδόν: 260 τ.μ. |
έτος: 2005-2007 |
Το μικρό αυτό κτιριακό συγκρότημα, αποτελούμενο από τρεις ξεχωριστές και απλούστατες μονάδες κτίσθηκε μέσα σε ένα κτήμα με αμυγδαλιές, στον κάμπο της Νέας Ραιδεστού. Αρχικά κατασκευάσθηκε η κυρίως κατοικία και το παράσπιτο με το λεβητοστάσιο και την αποθήκη και αργότερα προστέθηκε το εργαστήριο κεραμικής, στο άκρο του οικοπέδου, στην πίσω αυλή.
Ο ιδιοκτήτης του Έκτωρ Μαυρίδης, εικαστικός καλλιτέχνης και κεραμίστας, είχε μία πολύ σαφή άποψη για αυτό που ήθελε να είναι το σπίτι της τετραμελούς οικογένειάς του και ο χώρος εργασίας του, καθώς και έναν σαφή και αυστηρό προϋπολογισμό. Σε στενή συνεργασία και διάλογο, οργανώσαμε τις σκέψεις και τις επιθυμίες του, που εκτός από το κτιριολογικό πρόγραμμα, είχαν να κάνουν και με τη συνολική αισθητική και αρχιτεκτονική άποψη (το ύφος των κτιρίων, του περιβάλλοντα και των εσωτερικών χώρων, τα υλικά και τους τρόπους κατασκευής) και οι σκέψεις και οι επιθυμίες μεταφράσθηκαν σε αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.
Για την κυρίως κατοικία και το παράσπιτο με τους βοηθητικούς χώρους επιλέχθηκε να σχεδιασθούν δύο απλοί και χαμηλοί μονώροφοι όγκοι με τετράριχτες στέγες, που να μη ξεπερνούν το ύψος των δένδρων του κτήματος και να φέρνουν στο νου τις προσφυγικές μονοκατοικίες των οικισμών της περιοχής, χωρίς γραφικότητες. Οι όγκοι διατάχθηκαν ο ένας κάθετα στον άλλον διαμορφώνοντας μια πίσω αυλή, στα βορειοανατολικά, κατάλληλη για τους θερινούς μήνες. Οι ισόγειοι εσωτερικοί χώροι διημέρευσης της κατοικίας οργανώθηκαν κεντρικά της ορθογωνικής κάτοψης στη συνέχεια και σαν συνέχεια του περιβάλλοντα χώρου και είναι διαμπερείς με ανοίγματα στο βορρά-στην πίσω αυλή– και στο νότο όπου είναι διαμορφωμένο ένα μεγάλο άνοιγμα με μια τζαμαρία που αφήνει το χειμωνιάτικο ήλιο να εισέλθει βαθιά μέσα στο σπίτι. Στις δύο πλευρές των “δημόσιων χώρων” διημέρευσης της κατοικίας διαμορφώθηκαν οι ιδιωτικοί χώροι σαν διακριτές πτέρυγες: στα ανατολικά, η πτέρυγα με το υπνοδωμάτιο, το λουτρό και το γραφείο των γονιών και στα δυτικά, τα δωμάτια και το λουτρό των παιδιών.
Τα κτίρια είναι μονώροφα χωρίς υπόγειους χώρους των οποίων η κατασκευή θα αύξανε τον προϋπολογισμό του έργου, προσθέτοντας “άχρηστα” τετραγωνικά μέτρα και αλλάζοντας τη σχέση των εσωτερικών χώρων με τον περιβάλλοντα.
Η ξύλινη στέγη είναι εμφανής εσωτερικά των χώρων διημέρευσης, με τρία μεταλλικά ζευκτά από μασίφ διατομές να υποστηρίζουν τις μακριές ξύλινες δοκούς και να ορίζουν “το κέντρο” της κατοικίας. Χρησιμοποιήθηκαν όσο ήταν δυνατόν φυσικά υλικά: φυσικό ξύλο στη στέγη, στα δάπεδα των δωματίων και στα εσωτερικά κουφώματα, αλουμίνιο στα εξωτερικά κουφώματα, σίδερο, χρωματιστά επιχρίσματα από φυσικά συστατικά εξωτερικά και εσωτερικά της κατοικίας, κεραμικά πλακίδια cotto στο δάπεδο των χώρων διημέρευσης και χειροποίητα πλακίδια κατασκευασμένα από τον ιδιοκτήτη στον τοίχο απέναντι από την είσοδο.
Στα σταθερά αλλά και στα κινητά στοιχεία της επίπλωσης χρησιμοποιήθηκε η φυσική δρυς σε μασίφ διατομές και σε καπλαμάδες. Έργα του ιδιοκτήτη, ζωγραφικά και κεραμικά διακοσμούν την κατοικία αλλά αποτελούν και χρηστικά αντικείμενα, όπως τα φωτιστικά πάνω από το τραπέζι αλλά και τα σερβίτσια του φαγητού.
Το εργαστήριο προστέθηκε σε δεύτερο χρόνο, παράλληλα με το βόρειο όριο του κτήματος και αντικριστά στη βορεινή όψη της κατοικίας. Κατασκευάσθηκε ενώ η κατοικία λειτουργούσε και ένα μεγάλο κομμάτι της κατασκευής έγινε από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη.
Εδώ, επιλέχθηκε ένα απλό μακρόστενο ξύλινο κουτί– εξολοκλήρου ξύλινη κατασκευή με επιστέγαση από πάνελ αλουμινίου και πλαγιοκαλύψεις από κόντρα πλακέ θαλάσσης, σανίδες ελάτης και πλάκες osb εσωτερικά. Το κουτί περιέχει έναν εσωτερικό χώρο εργασίας με δύο μεγάλα παράθυρα στο νότο και έναν μεγάλο ημιυπαίθριο αποθηκευτικό χώρο, με ένα μικρό wc.