Ταγαράδες – μονοκατοικία με στέγες, σε τέσσερις στάθμες, εκτός σχεδίου
Νοέμβριος 2006
Μονοκατοικία με στέγες, σε τέσσερις στάθμες, εκτός σχεδίου |
θέση: Ταγαράδες Θεσσαλονίκης |
συνολικό εμβαδόν: 202 τ.μ. |
έτος: 2004-2006 |
Η μονοκατοικία κτίσθηκε στο μέσον ενός κτήματος 10 περίπου στρεμμάτων, σε μια πλαγιά έξω από τους Ταγαράδες, με εξαιρετική θέα στην πόλη και τον κόλπο της Θεσσαλονίκης, στα βορειοδυτικά της. Αποτελείται από τρεις διακριτούς όγκους, με μονόριχτες και δίριχτες στέγες, που περιλαμβάνουν ξεχωριστές λειτουργικές ενότητες, διατάσσονται κλιμακωτά και παρακολουθούν την έντονη κλίση του εδάφους.
Η κύρια είσοδος είναι διαμορφωμένη στη νοτιοανατολική όψη, σε μία από τις δύο ψηλότερες στάθμες της κατοικίας. Τα επίπεδα αυτά καταλαμβάνονται από τους περισσότερο «ιδιωτικούς» χώρους, τους χώρους διανυκτέρευσης και αντιστοιχούν στους δύο από τους τρεις διακριτούς όγκους του κτιρίου. Στα αριστερά της εισόδου είναι διαμορφωμένο το δωμάτιο του ζευγαριού με το δικό του μπάνιο και στα δεξιά της, κατά 1 μ. ψηλότερα, τα δύο παιδικά δωμάτια με το μπάνιο τους.
Απέναντι από την κύρια είσοδο, μια μεταλλική σκάλα μας κατεβάζει 2 μ. χαμηλότερα, στο επίπεδο του καθιστικού και της κουζίνας. Η ενότητα αυτή αντιστοιχεί στον τρίτο όγκο, στα βορειοδυτικά. Ο κτιριακός αυτός όγκος αποτελεί το «κέντρο» της κατοικίας, ως προς το οποίο οργανώνονται οι υπόλοιποι χώροι. Διακρίνεται από τους τρεις, με τη διαφοροποίηση των εξωτερικών του επιφανειών οι οποίες επενδύονται με ξύλινες σανίδες. Το μεγάλο εσωτερικό του ύψος επιτρέπει την οπτική επικοινωνία του χώρου αυτού με το διάδρομο που οδηγεί στα παιδικά δωμάτια, με το υπνοδωμάτιο του ζευγαριού(διαμέσου ενός εσωτερικού παραθύρου) και με την κύρια είσοδο.
Το καθιστικό επεκτείνεται και κάτω από την πτέρυγα των παιδικών δωματίων και αξιοποιεί τον νοτιοανατολικό προσανατολισμό αυτής της όψης με τη διαμόρφωση ανοιγμάτων τα οποία εκτός από την είσοδο του χειμωνιάτικου ήλιου, επιτρέπουν ταυτόχρονα το φυσικό δροσισμό των χώρων με τη δυνατότητα διαμπερούς αερισμού που παρέχουν.
Στα βορειοδυτικά, από όπου και η θέα προς τον κόλπο της Θεσσαλονίκης, η ξύλινη εμφανής στέγη προεξέχει έντονα και υποστηριζόμενη από κεκλιμένα ξύλινα υποστυλώματα, διαμορφώνει έναν γραμμικό, ισόγειο, ημιϋπαίθριο χώρο. Τα μεγάλα ανοίγματα, ενοποιούν τον εσωτερικό με τον εξωτερικό χώρο.
Ένα μέτρο χαμηλότερα, μια μικρή υπόσκαφη διαμόρφωση αποτελεί την αυλή ενός μικρού ξενώνα, υπόγειου ως προς τις άλλες εξωτερικές του πλευρές. Στη στάθμη του ξενώνα και απολύτως υπόγεια είναι διαμορφωμένοι οι βοηθητικοί χώροι της κατοικίας (μπάνιο, αποθήκη, λεβητοστάσιο).
Κάτω από τις στέγες, στα ψηλότερα σημεία τους μικρά πατάρια προσφέρουν εναλλακτικές δυνατότητες ύπνου, εργασίας και παιχνιδιού.
Η αρχιτεκτονική πρόθεση κατά το σχεδιασμό, ήταν να εντάξει την κατοικία στο οικόπεδο με ήπιο τρόπο και να της δώσει αρχιτεκτονικές ποιότητες (σωστό προσανατολισμό, φυσικό διαμπερή αερισμό, πολλαπλές σχέσεις των χώρων με το περιβάλλον- χώροι ισόγειοι στη μία τους πλευρά και υπερυψωμένοι ή υποβαθμισμένοι στην άλλη- πολλαπλές σχέσεις μεταξύ των επιμέρους χώρων εσωτερικά, οπτικές διαπερατότητες, αξιοποίηση της θέας), χωρίς τη χρήση εξειδικευμένων και πολυτελών υλικών και ακριβής επίπλωσης.